Οι ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου αδειάζουν ταχύτερα από το αναμενόμενο. Οι έμποροι στοιχηματίζουν σε αύξηση των τιμών, ενώ η σχεδιαζόμενη επιδότηση του υπουργού Οικονομίας Χάμπεκ δέχεται έντονη κριτική…
Σύμφωνα με στοιχεία της Gas Infrastructure Europe, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης είναι σήμερα γεμάτες μόνο κατά 49%.
Συγκριτικά: πέρυσι, το επίπεδο πλήρωσης ήταν περίπου 67%. Εν τω μεταξύ, οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν φθάσει σε επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και δύο χρόνια.
Οι έμποροι ποντάρουν στην αύξηση των τιμών
Οι ευρωπαίοι έμποροι φυσικού αερίου εικάζουν ότι οι τιμές του φυσικού αερίου θα αυξηθούν σημαντικά μέχρι το καλοκαίρι.
Σύμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, οι τιμές θα μπορούσαν να ανέλθουν στα 80 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Η τάση αυτή έχει οδηγήσει τα μερίδια των επενδυτικών κεφαλαίων που στοιχηματίζουν στην αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου σε επίπεδα σχεδόν ρεκόρ.
Πολλοί έμποροι λιανικής πώλησης απέχουν πλέον από την αγορά φυσικού αερίου για τους καλοκαιρινούς μήνες.
Αυτό ενέχει τον κίνδυνο οι αποθήκες να μην είναι επαρκώς γεμάτες για τον επερχόμενο χειμώνα.
Η ΕΕ εισήγαγε σταθερούς στόχους αποθήκευσης το 2022, προκειμένου να διασφαλιστεί ο ενεργειακός εφοδιασμός.
Οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης σε κάθε κράτος μέλος πρέπει να είναι τουλάχιστον κατά 90% γεμάτες έως την 1η Νοεμβρίου.
Κανονικά, οι έμποροι αγοράζουν φθηνά το φυσικό αέριο το καλοκαίρι και το πωλούν σε υψηλότερη τιμή το χειμώνα.
Ωστόσο, η τρέχουσα δομή των τιμών καθιστά αυτό το μοντέλο ασύμφορο.
Οι υψηλότερες θερινές τιμές σημαίνουν ότι οι έμποροι δεν γεμίζουν καθόλου τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης.
Νομικές απαιτήσεις υπό πίεση
Οι χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα και η λεγόμενη σκοτεινή νηνεμία ασκούν πρόσθετη πίεση στην προμήθεια φυσικού αερίου.
Επιπλέον, το τέλος της διαμετακόμισης από την Ουκρανία αυξάνει περαιτέρω την πίεση στην αγορά.
Η τιμή αναφοράς TTF, ο σημαντικότερος δείκτης για τις ευρωπαϊκές συναλλαγές φυσικού αερίου, βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών.
Παρά την τεταμένη κατάσταση, ο Ομοσπονδιακός Οργανισμός Δικτύων (BNetzA) παραμένει ήρεμος.
Μια εκπρόσωπος δήλωσε στην Berliner Zeitung ότι η παροχή φυσικού αερίου στη Γερμανία παραμένει σταθερή.
«Η ασφάλεια του εφοδιασμού είναι εγγυημένη», είναι η εκτίμηση. Παρ’ όλα αυτά, η οικονομική χρήση του φυσικού αερίου παραμένει ζωτικής σημασίας προκειμένου να αποφευχθούν οι εμπλοκές.
Οι επιδοτήσεις επιδεινώνουν το πρόβλημα
Ένας άλλος μοχλός αύξησης των τιμών είναι η επιδότηση που σχεδιάζει ο υπουργός Οικονομίας Χάμπεκ. Αυτή προορίζεται να αποζημιώσει τους εμπόρους φυσικού αερίου για την ασύμφορη δραστηριότητα του θερινού ανεφοδιασμού.
Το Trading Hub Europe (THE), ο διαχειριστής της περιοχής αγοράς στη γερμανική αγορά φυσικού αερίου, επιβεβαίωσε κατόπιν αιτήματος ότι επίκειται η επιδότηση των εγχύσεων.
Οι ειδικοί επικρίνουν την επιδότηση. Ο James Waddell από την Energy Aspects Ltd. προειδοποιεί ότι τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση των θερινών τιμών.
Η αμερικανική εταιρεία συμβούλων Auxilione βλέπει επίσης κινδύνους.
Η επιδότηση θα ασκούσε ακόμη μεγαλύτερη πίεση στο λεγόμενο summer-winter spread – τη διαφορά τιμής μεταξύ θερινών και χειμερινών συμβολαίων.
«Η Ευρώπη βρίσκεται επί του παρόντος σε μια καμπύλη προς τα πίσω», εξηγεί ο Francisco Blanch, στρατηγικός αναλυτής εμπορευμάτων στην Bank of America.
Οι έμποροι δεν έχουν σχεδόν κανένα κίνητρο να δημιουργήσουν αποθέματα.
Οι νομικές απαιτήσεις αυξάνουν επίσης τις τιμές, καθιστώντας την αποθήκευση φυσικού αερίου λιγότερο ελκυστική.
Ο Blanch πιστεύει ότι η μεταβλητότητα των τιμών είναι ο μόνος τρόπος για να βγει κέρδος.
Αβέβαιο μέλλον του ενεργειακού εφοδιασμού
Μένει να δούμε αν η επιδότηση θα έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι ότι η κατάσταση στην αγορά φυσικού αερίου παραμένει τεταμένη.
Οι έμποροι και οι καταναλωτές πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για περαιτέρω αυξήσεις των τιμών.
Εάν οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης δεν γεμίσουν επαρκώς μέχρι το καλοκαίρι, υπάρχει ο κίνδυνος μιας νέας κρίσιμης κατάστασης εφοδιασμού τον επόμενο χειμώνα.
Οι τρέχουσες εξελίξεις δείχνουν πόσο εύθραυστος παραμένει ο ενεργειακός εφοδιασμός στην Ευρώπη παρά τις υφιστάμενες απαιτήσεις ασφαλείας.