DW: Ο ιός «χτύπησε» και τα ελληνικά εστιατόρια
Παρά τα αυστηρά υγειονομικά μέτρα, πολλοί φοβούνται να πλησιάσουν σε μπαρ και εστιατόρια. Αγωνία για τους επιχειρηματίες της εστίασης, μεταξύ αυτών και για πολλούς Έλληνες.
Γκρίζος ουρανός, αλλά ειδυλλιακό περιβάλλον στο παλαιά πόλη του Άαχεν στο δυτικό άκρο της Γερμανίας, στα σύνορα με το Βέλγιο και την Ολλανδία.
Κοντά στον φημισμένο καθεδρικό ναό της πόλης το Cafélysée περιμένει κόσμο και όλα έχουν προετοιμαστεί στην εντέλεια.
Μικρά, λευκά πιάτα για το ψωμί, σερβίτσια και προσεκτικά διπλωμένες χαρτοπετσέτες έχουν ήδη τοποθετηθεί στα μαρμάρινα τραπέζια, μαζί με τα ποτήρια του κρασιού.
Όμως έχει πάει δώδεκα το μεσημέρι κι ακόμη το μαγαζί είναι άδειο.
«Ήδη αυτήν την ώρα είχαμε συνήθως 60 με 80 πελάτες, αλλά από τις αρχές Νοεμβρίου έρχονται όλο και λιγότεροι», λέει ο ιδιοκτήτης Κωνσταντίνος Αρχόντογλου.
Σαν να μη φτάνει αυτό, πολλοί ακυρώνουν τις γιορτές που είχαν προγραμματίσει λίγο πριν τα Χριστούγεννα.
Αρχικά είχαν γίνει κρατήσεις για 1.500 άτομα, αλλά τα δύο τρίτα των κρατήσεων ήδη ακυρώθηκαν.
«Μόνο μία τράπεζα είχε κλείσει πενήντα θέσεις, αλλά το ακύρωσε», λέει ο Έλληνας ιδιοκτήτης και εξηγεί ότι για την εστίαση ο Δεκέμβριος είναι ο πιο σημαντικός μήνας της χρονιάς, γιατί ο τζίρος είναι συνήθως αυξημένος μέχρι και 50%.
Γιa αυτό χρειάζεται πάντα επιπλέον προσωπικό. Καθώς στη Γερμανία υπάρχει πλέον έλλειψη στην αγορά εργασίας, ο εστιάτορας έφερε νέους μάγειρες από την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία, την Τυνησία.
Υπέγραψε συμβόλαια, τους βρήκε στέγη. Όπως επισημαίνει, «όταν φέρνεις έναν νέο εργαζόμενο από το εξωτερικό, πρέπει να του δώσεις συμβόλαιο τουλάχιστον για έναν χρόνο, διαφορετικά δεν τον συμφέρει».
Τί γίνεται όμως τώρα, που οι κρατήσεις ακυρώνονται; «Υπάρχει νομοθεσία, δεν μπορώ να πω στον άλλον ότι φεύγει, από τη στιγμή που δεν έχω καλό τζίρο.
Ακόμη δεν έχουμε ξεπεράσει το προηγούμενο λόκνταουν, εγώ προσωπικά δεν παίρνω μισθό από τη δουλειά αυτή τους τελευταίους έξι μήνες, ενώ σε λίγο πρέπει να αρχίσω την αποπληρωμή της οικονομικής βοήθειας που είχαμε πάρει για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας.
Αρχίζει να με φοβίζει αυτή η κατάσταση…»
Υποχρεωτικό τεστ και για τους εμβολιασμένους;
Στο Άαχεν ισχύει ακόμη ο αποκαλούμενος «κανονισμός 3G», που σημαίνει ότι στα εστιατόρια επιτρέπεται η είσοδος μόνο για τους εμβολιασμένους, για εκείνους που έχουν αναρρώσει, καθώς και για όσους προσκομίζουν αρνητικό τεστ.
Υπό συζήτηση είναι μία αυστηροποίηση της νομοθεσίας, ώστε να ισχύει ο «κανονισμός 2G», δηλαδή να επιτρέπεται η είσοδος μόνο σε εμβολιασμένους και αναρώσσαντες.
Ο Κωνσταντίνος Αρχόντογλου το βλέπει θετικά, γιατί όπως λέει, «οι περισσότεροι πελάτες είναι εμβολιασμένοι, έτσι κι αλλιώς».
Αντιθέτως, θεωρεί αντιπαραγωγικό τον «κανονισμό 2G+», που σημαίνει ότι ακόμη και οι εμβολιασμένοι θα πρέπει να προσκομίζουν τεστ.
«Είναι πολύ περίπλοκο αυτό. Οι περισσότεροι βλέπουν τον εμβολιασμό ως ένα εισιτήριο για κλειστούς χώρους όπως τα εστιατόρια.
Αν αυτό δεν φτάνει και υποχρεωθούν να κάνουν και τεστ, τότε οι περισσότεροι μάλλον θα αρχίσουν να μαγειρεύουν στο σπίτι ή να παραγγέλνουν φαγητό απ’ έξω».
Στην άλλη άκρη της Γερμανίας, στο Βερολίνο, ο «κανονισμός 2G+» δεν αποκλείεται να τεθεί σε ισχύ από την επόμενη εβδομάδα.
Μόλις την περασμένη Δευτέρα η τοπική κυβέρνηση είχε καθιερώσει τον «κανονισμό 2G».
Ο Βιντσέντσο Μπερένι, ιδιοκτήτης του οινικού εστιατορίου Kurpfalz στη συνοικία Βίλμερσντορφ της γερμανικής πρωτεύουσας, λέει ότι μάλλον θα ήταν ωφέλιμη η αυστροποίηση της νομοθεσίας, αν και φοβάται ότι σε αυτή την περίπτωση μπορεί να έρθει συνολικά λιγότερος κόσμος.
Διαβεβαιώνει πάντως ότι στο εστιατόριό του ήταν πάντα αυστηροί οι έλεγχοι.
Όλοι οι θαμώνες είναι υποχρεωμένοι να επιδείξουν τα απαραίτητα πιστοποιητικά.
Δεν είναι πάντα εύκολο, δεν λείπουν οι πελάτες που βρίζουν ή αγανακτούν με την όλη διαδικασία.
«Κάποιος διαμαρτυρόταν ότι είναι σαν να περνάει από συνοριακό έλεγχο, άλλοι ρωτάνε, εμφανώς δυσαρεστημένοι, εάν είναι πράγματι απαραίτα όλα αυτά», λέει ο Βιντσέντσο Μπερένι.
«Ένας υπάλληλος είχε αναλάβει να κάνει αποκλειστικά αυτή τη δουλειά για ένα βράδυ, να ελέγχει δηλαδή, και την άλλη μέρα μου ξεκαθάρισε ότι αποκλείεται να το ξανακάνει».
Το χειρότερο, λέει ο Βερολινέζος εστιάτορας, είναι όταν αναγκάζεται να διώχνει πελάτες, οι οποίοι δεν διαθέτουν ή δεν επιδεικνύουν το απαραίτητο ψηφιακό πιστοποιητικό «και μετά βλέπω, όλο και πιο συχνά, ότι για να εκδικηθούν πηγαίνουν και γράφουν αρνητικές αξιολογήσεις για το εστιατόριο σε διάφορες ιστοσελίδες…»
Θα έρθει τελικά το λόκνταουν;
Όπως και στο Άαχεν, έτσι και στη γερμανική πρωτεύουσα έχουν ακυρωθεί πολλά χριστουγεννιάτικα τραπέζια ή άλλες συναφείς εκδηλώσεις.
«Μόλις χθες είχαμε μια μεγάλη παρέα που είχε κλείσει τραπέζια για το παραδοσιακό δείπνο με γεμιστή χήνα, αλλά μας ακύρωσαν την ώρα που ήδη είχαμε βάλει τέσσερις χήνες στον φούρνο», λέει ο Βιντσέντσο Μπερένι.
«Την περασμένη Παρασκευή δεν εμφανίστηκε μία παρέα 40 ατόμων που είχε κλείσει κάποια τραπέζια, δεν έκαναν καν τον κόπο να μας ειδοποιήσουν για την ακύρωση…»
Ο Βιντσέντσο Μπερένι διαβεβαιώνει ότι πολλοί συνάδελφοί του έχουν κάνει παρόμοιες εμπειρίες.
Ο ίδιος πιστεύει ότι αν συνεχίσει να ανεβαίνει ο αριθμός των κρουσμάτων, θα επιβληθεί λόκνταουν μέσα στον Δεκέμβριο.
Σε αυτή την περίπτωση, λέει, «η κυβέρνηση προφανώς δεν έχει άλλη εναλλακτική λύση, αλλά αν γίνει αυτό, στη συνέχεια θα πρέπει να παρέμβει και να μας προσφέρει νέο πακέτο οικονομικής βοήθειας, γιατί χωρίς βοήθεια αποκλείεται να τα καταφέρουμε…»
Διάλειμμα ή …αποχαιρετισμός στο λόκνταουν;
Στο Άαχεν ο Κωνσταντίνος Αρχόντογλου υποστηρίζει ότι όχι μόνο θα αποδεχόταν, αλλά ίσως και να προτιμούσε το λόκνταουν.
«Σε μία τέτοια περίπτωση καλό θα ήταν να κλείσουμε, να αναλάβει το κράτος τα τρέχοντα έξοδα και να περιμένουμε να ηρεμήσει η κατάσταση».
Τι γίνεται όμως αν δεν έρθει το λόκνταουν, αλλά και δεν δοθεί νέα οικονομική βοήθεια;
Σε αυτή την περίπτωση, εξηγεί ο Κωνσταντίνος Αρχόντογλου, θα πρέπει να επιβαρυνθεί με νέα δάνεια. Αλλά αξίζει τον κόπο;
«Αν τυχόν πτωχεύσουμε, θα χάσουμε τα πάντα, το σπίτι μας, τη ζωή μας, όλα όσα έχουμε χτίσει εδώ».
Το Cafélysée είναι σχετικά καινούριο, οι υποθήκες δεν έχουν ακόμη εξοφληθεί και ένα άλλο εστιατόριο, που επίσης ανήκε στον Έλληνα εστιάτορα, έκλεισε λόγω …έλλειψης προσωπικού.
«Στο τελευταίο λόκνταουν οι μάγειρες που δούλευαν εδώ επέστρεψαν στην Ιταλία και τώρα δουλεύουν στην Αυστρία και στην Ελβετία, όπου πληρώνονται και καλύτερα», λέει.
Καθώς η πανδημία παρατείνεται συνεχώς ο Kostas, όπως τον αποκαλούν όλοι οι συνάδελφοι στο Άαχεν, αναρωτιέται αν πραγματικά αξίζει τον κόπο να συνεχίσει.
Ήταν μόλις πέντε χρονών όταν ήρθε στη Γερμανία από την Ελλάδα. Μεγάλωσε στο Άαχεν, θεωρεί ότι εκεί είναι η πατρίδα του.
Αλλά και ο ίδιος ταιριάζει τόσο πολύ με το Άαχεν «όσο ταιριάζει το λευκό κρασί με το φρέσκο ψάρι», έγραφε πρόσφατα μία τοπική εφημερίδα, εγκωμιάζοντας προφανώς τις επιδόσεις του στον κλάδο.
Κι όμως, καμιά φορά ο επιτυχημένος εστιάτορας το σκέφτεται να ξαναγυρίσει στην Ελλάδα.
«Είμαι 52 χρονών» λέει. «Με τα χρήματα που έχω κερδίσει μετά από τόση πολλή δουλειά, πιστεύω ότι θα μπορούσα να ζήσω αρκετά καλά στην Ελλάδα για τα επόμενα τριάντα χρόνια…»
Σαμπίνε Κίνκαρτς | Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου | DW | Φωτογραφία αρχείου
Μην μαθαίνεις τα νέα από τη Γερμανία τελευταίος!
Κάνε Like στη σελίδα μας στο Facebook και ενημερώσου πρώτος για όλες τις τελευταίες εξελίξεις. Έγκαιρη, έγκυρη και ανεξάρτητη ενημέρωση. Όλες οι τελευταίες Ειδήσεις από τη Γερμανία, την Ελλάδα και τον κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.