Χαρίλαος Τρικούπης: Ο μεγάλος εκσυγχρονιστής της Ελλάδας
O Χαρίλαος Τρικούπης (11 Ιουλίου 1832 – 30 Μαρτίου 1896) ήταν Έλληνας διπλωμάτης, πολιτικός και Πρωθυπουργός.
Ο Τρικούπης κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας επί 19 χρόνια, από το 1875 έως το 1894, παίρνοντας τη θέση του πρωθυπουργού επτά συνολικά φορές και κυβέρνησε τη χώρα για σχεδόν 10 χρόνια από τα 20 αυτής της περιόδου.
Στην τελευταία του κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις που είχε δημιουργήσει έναντι των ξένων δανειστών με συνέπεια να επέλθει η πτώχευση της Ελλάδας με την ιστορική φράση του «δυστυχώς επτωχεύσαμεν».
Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους και σημαντικότερους πολιτικούς της Ελλάδας.
Συχνά, αποκαλείται ως ο «μεγάλος εκσυγχρονιστής» της Ελλάδας, λόγω των εκσυγχρονιστικών έργων που προώθησε
Αρχή της σταδιοδρομίας – Διπλωμάτης
Γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 11 Ιουλίου 1832 και ήταν γιος του πολιτικού και ιστορικού Σπυρίδωνα Τρικούπη και της Αικατερίνης Μαυροκορδάτου, αδελφής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Ανάδοχός του ήταν ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης.
Μετά τη φοίτησή του σε γυμνάσιο της Αθήνας, όπου γυμνασιάρχης του ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος, σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου μετά τριετή φοίτηση συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι.
Με το τέλος των σπουδών του χρημάτισε ιδιαίτερος γραμματέας του πατέρα του Σπυρίδωνα, που τότε ήταν πρέσβης στο Λονδίνο και ακολούθως το 1856 διορίστηκε επίσημος γραμματέας της πρεσβείας στο Λονδίνο ακολουθώντας το διπλωματικό σώμα.
Το 1862 εκλέχτηκε πληρεξούσιος της Β΄ Εθνικής Συνέλευσης της ελληνικής παροικίας του Λονδίνου και αποσυρθέντος του πατέρα του ανέλαβε ως επιτετραμμένος της πρεσβείας.
Αν και η διπλωματική σταδιοδρομία του υπήρξε βραχεία, εν τούτοις διακρίθηκε για την απαράμιλλη δεξιοτεχνία του, το 1863, κατά τις διαπραγματεύσεις με την αγγλική κυβέρνηση, ως πληρεξούσιος της ελληνικής κυβέρνησης, στη σχετική συνθήκη της παραχώρησης των Ιονίων νήσων από τη Μεγάλη Βρετανία στο Βασίλειο της Ελλάδος, που ήταν ο κυρίαρχος όρος αποδοχής του στέμματος του Βασιλείου από τον πρίγκιπα και μετέπειτα Βασιλέα των Ελλήνων Γεώργιο τον Α΄.
Σημειώνεται ότι το θέμα της παραχώρησης, στην πραγματικότητα εκχώρησης, των νήσων αυτών δεν ήταν τόσο απλό μετά την αντίδραση της Βασιλικής Αυλής της Δανίας, όπου η σχετική συνθήκη είχε συνομολογηθεί ερήμην της ελληνικής κυβέρνησης, συνέπεια της οποίας ήταν να ακολουθήσει δεύτερη σχετική συνθήκη με το διπλωματικό όρο «ενσωμάτωση».
Επί της 2ης αυτής συνθήκης ήταν πληρεξούσιος ο Χ. Τρικούπης, του οποίου η διπλωματική καριέρα κράτησε 8 έτη (1856-1864).
Πολιτική σταδιοδρομία
Το 1864 παραιτήθηκε από τη διπλωματική υπηρεσία για να συμμετάσχει στις εκλογές. Το 1865 εκλέχτηκε βουλευτής Μεσολογγίου και το 1866 ανέλαβε τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών στην 3η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, αλλά στους επόμενους μήνες ήρθε σε διάσταση απόψεων με τον Κουμουνδούρο και απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση.
Για τέσσερα χρόνια πολιτεύτηκε (1868-1872) ανεξάρτητα από τα κόμματα που υπήρχαν.
Το 1872 ίδρυσε το «Πέμπτο κόμμα», στο οποίο συγκεντρώθηκαν οι πιο φιλελεύθερες και προοδευτικές προσωπικότητες της εποχής.
Το 1874, μέσα σε κλίμα πολιτικής αυθαιρεσίας της τότε κυβέρνησης του Δημήτριου Βούλγαρη, με τα περίφημα Στηλιτικά, έγραψε στην εφημερίδα «Καιροί» ένα σαρκαστικό άρθρο με τον τίτλο «Τις πταίει», που δημοσιεύτηκε στις 29 Ιουνίου του 1874, στο οποίο κατήγγειλε το πολιτικό σύστημα της εποχής, αλλά ουσιαστικά κατηγορούσε το Βασιλιά, επειδή μετά την πτώση του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη, εξ αιτίας των Λαυρεωτικών, είχε χρίσει κυβέρνηση εκείνη του Βούλγαρη που ήταν μειοψηφίας.
Την εποχή εκείνη με το υφιστάμενο Σύνταγμα κανένα κόμμα δεν μπορούσε να πλειοψηφήσει από μόνο του. Έτσι όλοι οι τότε κυβερνητικοί σχηματισμοί ήταν κυβερνήσεις μειοψηφίας.
Ο δε Βασιλεύς, προκειμένου ν’ αποφύγει κατάσταση ακυβερνησίας με αλλεπάλληλες εκλογές, αναγκαζόταν κάθε φορά να χρίζει κυβέρνηση το κόμμα εκείνο με τη σχετική πλειοψηφία.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης μετά το πρώτο του εκείνο άρθρο δημοσίευσε και δεύτερο στις 9 Ιουλίου του 1874 με τον τίτλο «Παρελθόν και Ενεστώς», με το οποίο έθετε ως δόγμα της Βουλής τη «δεδηλωμένη» (εμπιστοσύνη) της Βουλής, που αργότερα και καθιερώθηκε ως «αρχή της δεδηλωμένης».
Για το τόλμημα όμως των άρθρων του αυτών, αν και το πρώτο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ακαδημαϊκή διάλεξη, στρεφόμενη όμως κατά του «ανεύθυνου» κατά το Σύνταγμα Βασιλέως, συνελήφθη ο εκδότης της εφημερίδας Π. Κανελλίδης θεωρούμενος ως ο συντάκτης.
Κατά την ανάκριση απροσδόκητα αποκαλύφθηκε ότι πραγματικός συντάκτης ήταν ο Χ. Τρικούπης, που παρουσιάστηκε αυθόρμητα και ανέλαβε την ευθύνη των ανυπόγραφων άρθρων του.
Έτσι, αναγκάστηκε η Δικαιοσύνη να προφυλακίσει τον Τρικούπη με μόνο τέσσερις ημέρες φυλάκιση, πλην όμως αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση και τελικά αθωώθηκε με βούλευμα.
Παρά ταύτα λίγους μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1875, πήρε εντολή από το Βασιλιά να σχηματίσει κυβέρνηση, την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1875, διαλύοντας τη Βουλή και τη διενέργεια στη συνέχεια εκλογών.
Παρέμεινε έτσι στην εξουσία για 5,5 περίπου μήνες, μέχρι τις 15 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, όπου κατά τις εκλογές που διεξήχθησαν, διατηρώντας και αυτός μειοψηφία αναγκάστηκε σε παραίτηση υπέρ του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, που είχε πλειοψηφήσει.
Το 1877 ανέλαβε το Υπουργείο Εξωτερικών στην οικουμενική κυβέρνηση Κανάρη.
Όταν έπεσε η κυβέρνηση Κουμουνδούρου, που αντικατέστησε την Κυβέρνηση Κανάρη, ο Χαρίλαος Τρικούπης έφτιαξε μια κυβέρνηση, την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1878 (που την αποκάλεσαν Υπουργείον Τρικούπη-Ζαΐμη), η οποία δεν μπόρεσε να βρει υποστήριξη στη Βουλή και έπεσε πέντε ημέρες μετά το σχηματισμό της.
Το 1879 κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές του 1879, το Μάρτιο σχημάτισε την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1880, αλλά τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η κυβέρνηση παραιτήθηκε.
Tον Μάρτιο του 1882 επανήλθε στην πρωθυπουργία με την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1882, η οποία παρέμεινε μέχρι το 1885.
Επανήλθε το 1886 με την Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1886.
Ένα χρόνο αργότερα κέρδισε τις εκλογές του 1887, αλλά έχασε εκείνες του 1890, οπότε και έπεσε η κυβέρνησή του.
Ανέλαβε πάλι την πρωθυπουργία στην Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1892. Στην τελευταία περίοδο της πρωθυπουργίας του (Κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη 1893-1895) η Ελλάδα πτώχευσε και σταμάτησε μονομερώς να αποπληρώνει δάνεια που είχε λάβει από το εξωτερικό.
Στον Τρικούπη αποδίδεται η φράση «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» ενώπιον της Βουλής, την οποία, όμως ουδέποτε διετύπωσε, όπως αποδεικνύεται από την ανάγνωση των πρακτικών της Βουλής.
Πέραν αυτού, από μελέτη των στοιχείων εκτιμάται ότι η πτώχευση θα είχε αποφευχθεί, αν ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ αποδεχόταν τους χειρισμούς του Χαριλάου Τρικούπη για τη σύναψη νέου δανείου για την αντιμετώπιση του χρέους.
Ο Γεώργιος δεν δέχτηκε την πρόταση του Τρικούπη να κυρωθεί η σύμβαση του δανείου – όπως προέβλεπε σχετικός Νόμος – και τη σύσταση «Ταμείου Δανείου» με βασιλικό διάταγμα και αντιπρότεινε να δώσει η Βουλή ειδική εξουσιοδότηση.
Πιεζόμενος από τον Τρικούπη ζήτησε προθεσμία 48 ωρών «για να σκεφτεί». Στο διάστημα αυτό με κρυπτογραφικό τηλεγράφημα που εστάλη στο Λονδίνο από τα Ανάκτορα δινόταν η εντολή να πουλήσουν στο χρηματιστήριο πολλών εκατομμυρίων ομολογίες ελληνικών δανείων, που οι τιμές τους ανέβαιναν καθημερινά εν όψει του νέου δανείου.
Όλα αυτά οδήγησαν αμέσως τον Τρικούπη σε παραίτηση και τη χώρα, ύστερα από λίγο, στην πτώχευση.
Στις εκλογές του 1895 απέτυχε[6] να εκλεγεί βουλευτής με αποτέλεσμα να αυτοεξοριστεί στις Κάννες της Γαλλίας.
Το 1896, λίγο πριν πεθάνει, τέθηκε χωρίς τη θέλησή του υποψήφιος στις αναπληρωματικές εκλογές στην επαρχία Βάλτου και εκλέχτηκε πανηγυρικά.
Έργο
Τον Οκτώβριο του 1867 ως υπουργός Εξωτερικών υπέγραψε σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας με τον ηγεμόνα Μιχαήλ της Σερβίας.
Το Μάρτιο του 1880 με πρότασή του καταργήθηκε ο φόρος της δεκάτης στα δημητριακά προϊόντα και αντικαταστάθηκε με το φόρο επί των αροτριώντων κτηνών.
Επίσης μείωσε τη στρατιωτική θητεία σε ένα έτος αντί τριών που ήταν μέχρι τότε.
Με την κυβέρνηση που συγκρότησε το Μάρτιο του 1882 αναδιοργάνωσε την αστυνομία, την αγροφυλακή και τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.
Θέσπισε νόμους για προσόντα, μονιμότητα και προαγωγή δημοσίων υπαλλήλων. Αποφάσισε την αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδα και τη δημιουργία σιδηροδρομικού δικτύου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ το 1882 υπήρχαν σε λειτουργία μόνο 9 περίπου χιλιόμετρα σιδηροδρομικής γραμμής που συνέδεαν την Αθήνα (Θησείο) με το επίνειό της, τον Πειραιά, το 1893 λειτουργούσαν 914 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών και άλλα 490 ήταν υπό κατασκευή.
Για τη χρηματοδότηση των έργων πήρε δύο μεγάλα δάνεια και επέβαλε φορολογία στον καπνό και το κρασί.
Η διάνοιξη της Διώρυγας της Κορίνθου επετεύχθη χάρη στον Τρικούπη, ο οποίος και την εγκαινίασε το 1893.
Επίσης έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξη της παιδείας.
Στην επόμενη διακυβέρνησή του (1886-1890) μείωσε τον αριθμό των βουλευτών από 240 σε 150 (το κατώτατο όριο που προέβλεπε τότε το Σύνταγμα) και επίσης ενίσχυσε το Βασιλικό Ναυτικό με παραγγελία τριών μεγάλων πλοίων, των θωρηκτών Ύδρα, Σπέτσαι και Ψαρά, για τη χρηματοδότηση των οποίων αναγκάστηκε να πάρει και άλλο ένα δάνειο. Επέβαλε και φόρο επί των οικοδομών.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης επιδίωξε έναν ιδιαίτερα αισιόδοξο εκσυγχρονισμό, ο οποίος παρουσίασε πάντως προβλήματα, καθώς οι αλλαγές δε βρήκαν πρόσφορο έδαφος λόγω της προβληματικής ελληνικής οικονομίας και του συντηρητικού πνεύματος της εποχής.
Χαρακτηριστικός πολιτικάντης αντίπαλος στην εποχή του ήταν ο Τσελεπίτσαρης που διοργάνωνε πορείες με συνθήματα εναντίον του Τρικούπη.
Χαρακτηριστικό της προοδευτικότητάς του είναι το παράτολμο, για την εποχή του, όραμά του για τη ζεύξη του στενού Ρίου-Αντιρρίου, ιδέα που υλοποιήθηκε πάνω από έναν αιώνα αργότερα, το 2004, με την κατασκευή της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, στην οποία δόθηκε το όνομά του στις 25 Μαΐου 2007.
Η εικόνα της Αθήνας όταν ο Χαρίλαος Τρικούπης ολοκλήρωσε και τη δεύτερη μακροχρόνια πρωθυπουργία του είχε αλλάξει σημαντικά.
Ενώ στα μέσα του αιώνα Γάλλοι περιηγητές ανέφεραν ότι δεν έβλεπαν ούτε ένα δημόσιο κτήριο άξιο προσοχής, στη δεκαετία του 1890 η πρωτεύουσα μπορούσε να υπερηφανευθεί για πολλά και ωραία οικοδομήματα, τα περισσότερα από τα οποία ανεγέρθηκαν με δωρεές εθνικών ευεργετών και υπό την επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλλερ.
Το μέγαρο του Χημείου του Πανεπιστημίου σχεδιάσθηκε από τον Τσίλλερ και θεμελιώθηκε το 1887.
Η ανέγερση του Πανεπιστημίου είχε ολοκληρωθεί πριν από τις διακυβερνήσεις Τρικούπη, το κτήριο της Ακαδημίας, όμως, που παραδόθηκε στον Τρικούπη το 1887, ανεγέρθηκε επί της πρωθυπουργίας του, με δωρεά του Σίμωνος Σίνα, βάσει σχεδίων του Θεόφιλου Χάνσεν και υπό την επίβλεψη του Τσίλλερ.
Το κτήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, που ανεγέρθηκε με δωρεά των αδελφών Βαλλιάνων, και αυτό βάσει σχεδίων του Χάνσεν και υπό την επίβλεψη του Τσίλλερ, θεμελιώθηκε το 1888.
Ο Τρικούπης ενδιαφέρθηκε τόσο για αυτό, ώστε προέδρευε ο ίδιος της επιτροπής που παρακολουθούσε την πρόοδο των εργασιών του.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο, που είχε αρχίσει να κτίζεται το 1866, με δωρεά του Δημητρίου Βερναρδάκη σε οικόπεδο που δώρισε η Ελένη Τοσίτσα, δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμη το 1888, όταν ο Τρικούπης αποφάσισε την αποπεράτωσή του με έξοδα του δημοσίου, και το έργο ανέλαβε ο Τσίλλερ, που τροποποίησε τα προηγούμενα σχέδια.
Το Ζάππειο Μέγαρο, δωρεά των Ευαγγέλη και Κωνσταντίνου Ζάππα, εγκαινιάσθηκε το 1888. Τέλος η Σχολή Ευελπίδων κτίσθηκε με δωρεά του Γεωργίου Αβέρωφ, βάσει σχεδίων του Τσίλλερ, και εγκαινιάσθηκε το 1894.
Γενικότερα, η δράση του Χαριλάου Τρικούπη στην Ελλάδα θεωρείται από τις πιο καθοριστικές για τη μετάβαση της χώρας στον 20ό αιώνα.
Το έργο του προκάλεσε πολλές φορές διχογνωμίες και αντιδράσεις την εποχή εκείνη, όμως τα αποτελέσματά του σε πολλές περιπτώσεις είναι ορατά ακόμα και στη μεταγενέστερη και σύγχρονη Ελλάδα.
Συνοψίζοντας, ο Χαρίλαος Τρικούπης υλοποίησε πολλά έργα στη χώρα με στόχο τον εκσυγχρονισμό της και γι’ αυτό αποτελεί αναμφίβολα έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς που πέρασαν από αυτήν.
Θάνατος
Ενώ είναι εγκατεστημένος στις Κάννες, και παρά την άρνησή του, οι φίλοι του προτείνουν την υποψηφιότητά του στην επαναληπτική εκλογή (17 Μαρτίου 1896) της επαρχίας Βάλτου. Εκλέγεται παμψηφεί.
Ωστόσο, η υγεία του κλονίζεται σοβαρά, καθώς η ποδάγρα από την οποία πάσχει του προκαλεί επιπλοκές στα νεφρά και την καρδιά. Κοντά του θα βρεθεί η αδελφή του Σοφία και ο εξάδελφός τους Κωνσταντίνος Τρικούπης.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης πεθαίνει στις 6.05 μ.μ. της 30ης Μαρτίου 1896, σε ηλικία 63 χρονών. Την ίδια μέρα η Αθήνα πανηγυρίζει τη νίκη του Σπύρου Λούη στον Μαραθώνιο κατά τη διάρκεια των Α΄ Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων στο Παναθηναϊκό Στάδιο (25 Μαρτίου – 3 Απριλίου 1896).
Ο πολιτικός του αντίπαλος, Θεόδωρος Δηλιγιάννης, αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει πολεμικό πλοίο για να μεταφέρει τη σορό του στην Ελλάδα και τελικά κάλυψαν τα έξοδα φίλοι του, με πρώτο τον τραπεζίτη Ανδρέα Συγγρό.
Η σορός του εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα στην κατοικία του στην οδό Ακαδημίας. Η νεκρώσιμη ακολουθία τελείται στον ναό της Ζωοδόχου Πηγής, παρουσία των βασιλέων και του συνόλου του πολιτικού κόσμου, χωρίς επικήδειους και στεφάνια σύμφωνα με επιθυμία του. Ενταφιάζεται στον οικογενειακό τάφο στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, είπε στην κηδεία του Τρικούπη: «Ακόμη αδυνατώ να συνοικειωθώ προς την ιδέα ότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν υπάρχει πλέον εν τοις ζώσιν, ότι ο κολοσσός ούτος της πολιτικής κείται νεκρός», ενώ δημοσίευσε και νεκρολογία για τον Τρικούπη.
Μην μαθαίνεις τα νέα τελευταίος!
Κάνε Like στη σελίδα μας στο Facebook και ενημερώσου πρώτος για όλες τις τελευταίες εξελίξεις. Έγκαιρη, έγκυρη και ανεξάρτητη ενημέρωση. Όλες οι τελευταίες Ειδήσεις από τη Γερμανία, την Ελλάδα και τον κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.