Τα “χάλια” των γερμανικών τραπεζών και οι μπελάδες του αναλυτή
Τα “χάλια” του γερμανικού τραπεζικού συστήματος και οι μπελάδες του αναλυτή που τα ανέδειξε
Αναλυτής της Deutsche Bank βρήκε τον μπελά του λίγο πριν από τις γερμανικές εκλογές επειδή έγραψε κάτι που λίγοι τολμούν να αρθρώσουν με δυνατή φωνή: ο τραπεζικός τομέας της χώρας χρειάζεται σοβαρή μεταρρύθμιση.
Ο αρτηριοσκληρωτικός αυτός κλάδος ως επί το πλείστον αγνοήθηκε για 16 χρόνια από την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, η οποία θα παραμείνει ως υπηρεσιακή μέχρι να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση – διαδικασία η οποία μπορεί να διαρκέσει μήνες.
Η χώρα χρειάζεται μια νέα ευκαιρία προκειμένου να ξεκινήσει τις – καθυστερημένες – διαρθρωτικές αλλαγές στο τραπεζικό της σύστημα.
Ένα “ιδιαίτερο” τραπεζικό σύστημα
Πολλοί Γερμανοί βλέπουν τον χρηματοοικονομικό κλάδο ως υπηρέτη της βιομηχανίας και όχι ως αυτόνομο κλάδο. Ωστόσο η μετατροπή της Γερμανίας από μια οικονομία βασισμένη στους κινητήρες εσωτερικής καύσης σε κάτι κατάλληλο για έναν πιο πράσινο και ψηφιακό κόσμο απαιτεί έναν δυναμικό τραπεζικό τομέα ο οποίος να μπορεί να χρηματοδοτήσει επενδύσεις στην τεχνολογία και να προσφέρει στους αποταμιευτές καλύτερες επιλογές.
Οι εταιρείες εξαρτώνται περισσότερο από τον τραπεζικό δανεισμό στη Γερμανία από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη.
Υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός μικρότερων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, που επηρεάζονται έντονα από πολιτικούς σε επίπεδο δήμων και κρατιδίων, τα οποία χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση παγιωμένων συμφερόντων και την προστασία οικονομικά αναποτελεσματικών εταιρειών. Οι γερμανικές τράπεζες είναι από τις λιγότερο κερδοφόρες στην Ευρώπη, με τις πιο “λεπτές” κεφαλαιακές βάσεις.
Απορροφούν περισσότερα χρήματα αποταμιευτών από ό,τι οι τράπεζες αλλού, ενώ προσφέρουν χαμηλές αποδόσεις και αφήνουν λιγότερη χρηματοδότηση διαθέσιμη ώστε εταιρείες να αναπτυχθούν μέσω μετοχών, ομολόγων ή venture capital funds.
Δεν είναι επίσης αρκετά ισχυρές προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό εντός της Ευρώπης, πόσο μάλλον στην παγκόσμια σκηνή. Μέχρι να γίνουν, υπάρχει μικρή ελπίδα για τις προσπάθειες δημιουργίας μιας πραγματικά ενιαίας αγοράς για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μέχρι να συμβεί αυτό, η ΕΕ δεν θα δημιουργήσει ποτέ ισχυρές και διεθνώς ελκυστικές κεφαλαιαγορές προκειμένου να αντικαταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο ως το κύριο χρηματοοικονομικό κέντρο της ηπείρου.
Συγκέντρωση
Οι αισιόδοξοι θα σημειώσουν ότι οι Σοσιαλδημοκράτες, με ηγετική μορφή τον Όλαφ Σολτς, πιθανό επόμενο καγκελάριο, θέλουν να προωθήσουν το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης – το οποίο θα ρίξει τα εθνικά σύνορα.
Το Κόμμα των Πρασίνων, πιθανός εταίρος τους σε μια νέα κυβέρνηση, έχει παρόμοια ατζέντα. Η Γερμανία είναι η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ. Θα έπρεπε να ηγείται στον δρόμο προς την τραπεζική ένωση. Δεν το έχει πράξει.
Η μεταρρύθμιση στη Γερμανία πρέπει να αρχίσει με συγκέντρωση του κλάδου, ειδικά σε επίπεδο μικρών, τοπικών ταμιευτηρίων. Πρέπει επίσης η χώρα να επιδιώξει τη μείωση του κόστους σε ολόκληρο τον κλάδο, περικόπτοντας προσωπικό και υποκαταστήματα.
Τέλος, πρέπει να τερματίσει την επιρροή τοπικών πολιτικών παραγόντων σε όσα κάνουν οι μικρότερες τράπεζες.
Άλλες ευρωπαϊκές αγορές έχουν δυσλειτουργικά τραπεζικά συστήματα, ωστόσο ακόμη και η Ιταλία επιδιώκει μια μεγάλη αναδιάρθρωση προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των επισφαλών δανείων της, αν και έχει ακόμη δρόμο μέχρι να την ολοκληρώσει.
Η Γερμανία είναι η λιγότερο μεταρρυθμισμένη αγορά στην Ευρώπη, λέει ο Nicolas Veron από το Ινστιτούτο Peterson για τα Διεθνή Οικονομικά και το think tank Bruegel.
Μοναδικό ως φαινόμενο, η χώρα διαθέτει πολλές μικρές τράπεζες οι οποίες υποστηρίζονται από το κράτος. Αυτές μπορεί να είναι – χωριστά παρμένη κάθε μία – ασήμαντου μεγέθους, ωστόσο σχηματίζουν ένα τεράστιο συγκρότημα αλληλεξαρτώμενων οντοτήτων, ορκισμένο να διασφαλίζει τα διάφορα μέλη του σε περιόδους προβλημάτων.
Συλλογικά, αυτές οι τράπεζες είναι σχεδόν τόσο μεγάλες όσο η μεγαλύτερη τράπεζα της Ευρώπης, η BNP Paribas της Γαλλίας. Το συνολικό ενεργητικό του λεγόμενου “Χρηματοοικονομικού Ομίλου Τραπεζών-Ταμιευτηρίων” ήταν 2,38 τρισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του 2020, έναντι 2,49 τρισεκατομμυρίων ευρώ για την BNP.
Σύμφωνα με μελέτη του Bruegel, τα περισσότερα ταμιευτήρια στη Γερμανία προεδρεύονται από τοπικό εκλεγμένο αξιωματούχο, π.χ. έναν δήμαρχο, καθιστάμενα εργαλεία για παροχή πολιτικής προστασίας. Λειτουργούν επίσης έξω από την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τέτοια τραπεζικά ιδρύματα διασπείρουν τον οικονομικό “πόνο” μέσω ανθυγιεινού ανταγωνισμού.
Ο κορυφαίος ρυθμιστικός αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Andrea Enria, δήλωσε αυτόν τον μήνα ότι οι επίμονα μη κερδοφόρες τράπεζες μειώνουν τις τιμές των δανείων σε επίπεδα που διαβρώνουν τα κέρδη για όλους, καθιστώντας τον κλάδο πιο ασταθή. Μιλούσε σε γενικές γραμμές για την Ευρώπη, ωστόσο η Γερμανία είναι πρωταθλήτρια της συγκεκριμένης πρακτικής.
Μπελάδες
Ο Γιαν Σίλντμπαχ, ο αναλυτής της Deutsche Bank στον οποίο αναφέρθηκα στην αρχή, άσκησε μια ειλικρινή και καθαρή κριτική στην εγχώρια αγορά του, επισημαίνοντας ότι οι γερμανικές τράπεζες έχουν τις χειρότερες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων στην Ευρώπη και το υψηλότερο κόστος ανά ευρώ εσόδων.
Επιπλέον, το γεγονός ότι πολλές δεν μπορούν να αντλήσουν χρήματα από τις κεφαλαιαγορές σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης σημαίνει ότι έχουν αδύναμες κεφαλαιακές βάσεις και αποτελούν “μόνιμη, λανθάνουσα απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη Γερμανία”, έγραψε στα γερμανικά.
Δεν πρόσθεσε ότι οι μεγάλες εισηγμένες γερμανικές τράπεζες, όπως η Deutsche, έχουν τόσο κακή εικόνα στα χρηματιστήρια που επίσης δυσκολεύονται να αντλήσουν χρήματα.
Η τοποθέτησή του θεωρήθηκε υπερβολικά ευθεία από τα αφεντικά του, σε μια ευαίσθητη στιγμή. Τον ράπισαν, απέσυραν το σημείωμά του και απέρριψαν τις απόψεις του – κάτι που είναι κρίμα, γιατί έχει απόλυτο δίκιο.
Για να είμαστε δίκαιοι, μάλλον ντρόπιασε τα αφεντικά του επικρίνοντας τις γερμανικές οικονομικές ρυθμιστικές αρχές για την αποτυχία τους να προλάβουν πολλά σκάνδαλα, μερικά από τα οποία αφορούσαν την ίδια του την τράπεζα.
Η πορεία προς τα εμπρός
Για να βελτιωθούν τα οικονομικά του γερμανικού τραπεζικού κλάδου, μια νέα κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκινήσει με την ενοποίηση των μικρότερων τραπεζών, καθώς και με τη συρρίκνωση του αριθμού υποκαταστημάτων και προσωπικού.
Αυτό πιθανώς θα αμβλύνει την επιρροή μεμονωμένων πολιτικών προσωπικοτήτων στα διοικητικά συμβούλια των ταμιευτηρίων, λέει η Valeriya Dinger, καθηγήτρια οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Osnabrueck. Θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε καλύτερες αποφάσεις στις χορηγήσεις δανείων.
Οι τράπεζες έχουν υπερβολική ισχύ στη Γερμανία. Περίπου το 40% των αποταμιεύσεων βρίσκονται σε τραπεζικούς λογαριασμούς (έναντι 13% στις ΗΠΑ, όπου οι περισσότερες αποταμιεύσεις είναι σε συνταξιοδοτικά και επενδυτικά funds), σύμφωνα με την New Financial, ερευνητική ομάδα με έδρα το Λονδίνο.
Αυτό εξηγεί γιατί η Γερμανία διαθέτει τόσο μικρές δεξαμενές μακροπρόθεσμων κεφαλαίων για να επενδύει σε εταιρείες μέσω των αγορών.
Ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά προγράμματα και άλλα αντίστοιχα περιουσιακά στοιχεία στη Γερμανία αξίζουν μόλις 1,3 φορές το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν έναντι 2,6 φορών στο Ηνωμένο Βασίλειο και 4,7 φορών στις ΗΠΑ.
Η ώθηση για την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση – και την Ένωση Κεφαλαιαγορών μετά από αυτήν – είναι ο πιο ελπιδοφόρος δρόμος για μεταρρύθμιση.
Δεν μπορεί να συμβεί χωρίς τη Γερμανία: οι γερμανικές τράπεζες δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν ευρύτερο ανταγωνισμό χωρίς υψηλότερα κέρδη και μεγαλύτερη δύναμη ισολογισμού.
Η ριζική μεταρρύθμιση είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσει ο ευρωπαϊκός χρηματοοικονομικός κλάδος να καταφέρει πραγματικά να αυξήσει το βάρος του σε παγκόσμια κλίμακα. Και πρέπει να ξεκινήσει με τη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ: τη Γερμανία.
Του Paul J. Davies | bloomberg | Capital.gr
Δείτε επίσης: “Εμβολιασμός ή απόλυση” – Τι λέει η γερμανική νομοθεσία;
Μην μαθαίνεις τα νέα από τη Γερμανία τελευταίος!
Κάνε Like στη σελίδα μας στο Facebook και ενημερώσου πρώτος για όλες τις τελευταίες εξελίξεις. Έγκαιρη, έγκυρη και ανεξάρτητη ενημέρωση. Όλες οι τελευταίες Ειδήσεις από τη Γερμανία, την Ελλάδα και τον κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.